
του Σπυρίδωνος – Γερασίμου Ρώσση
Γραμματέως Μεταναστευτικού – Δημογραφικού
Η μετανάστευση στην Ελλάδα δεν είναι σημερινό φαινόμενο αλλά ξεκινά από τη δεκαετία του ΄60, για κάλυψη εργατικού δυναμικού, κατά βάση Πακιστανών, Αιγυπτίων αλλά και λοιπών εθνικοτήτων από Ασία και Αφρική, οι οποίοι προορίζονταν ως επί το πλείστον σε αγροτικές εργασίες, αλλά και ως πληρώματα στην ελληνική ναυτιλία.
Οι σημαντικότερες μεταναστευτικές ροές που επηρέασαν, αλλά και επηρεάζουν, την ελληνική κοινωνία εξελίχθηκαν κατά κύριο λόγο σε δύο ανεξάρτητα δυναμικά κύματα. Το πρώτο στην δεκαετία του ΄90 με την μετανάστευση εκατοντάδων χιλιάδων Αλβανών από τα βόρεια σύνορα μας και το δεύτερο τις αρχές του 2010 με πλήθος μεταναστών, κυρίως από την Ασία, και αποκορύφωμα από το 2015 και μετά, με την πολιτική των «ανοικτών συνόρων» που εφάρμοσε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και συνεχίζει η κυβέρνηση της ΝΔ.
Παρά κάποιες επιπόλαιες πολιτικές προσπάθειες η κατάσταση κάπως σταθεροποιήθηκε, αλλά δεν περιορίστηκε σημαντικά και συνεχίζεται η αθρόα είσοδος παρανόμων μεταναστών από τα ανατολικά σύνορα μας με τις ευλογίες τόσο της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και της Τουρκίας. Περίεργος και αξιοσημείωτος ο ρόλος των διαφόρων «δήθεν ανθρωπιστικών οργανώσεων», ΜΚΟ, αλληλέγγυων κλπ., οι οποίες βρήκαν χαλαρότητα σε ένα κράτος αδύναμο να υιοθετήσει μια εθνική μεταναστευτική πολιτική.
Η διαφορά του τότε με το σήμερα τεράστια… τότε τούς ζητήσαμε για να επανδρωθούν θέσεις εργασίας, τώρα προσπαθούν παράνομα να μπουν στην χώρα με το έτσι θέλω. Και στη χώρα του «ότι να ναι» μπαίνουν, διαβιούν, απαιτούν, εγκληματούν, διεκδικούν και ό,τι άλλο επιθυμούν!
Παρότι εκπονήθηκαν προγράμματα ενσωμάτωσης των μεταναστών αυτά δεν εφαρμόστηκαν, λόγω διακοπής χρηματοδότησης ή αλλαγής «πολιτικής» κατεύθυνσης με αποτέλεσμα το πρώτο κύμα να έχει ενσωματωθεί σε μεγάλο ποσοστό στην ελληνική κοινωνία (με αποκλειστικά δική του προσπάθεια), ενώ το δεύτερο να εξακολουθεί σε μεγάλο ποσοστό να ζει παράνομα και παρασιτικά στη χώρα μας και το χειρότερο όλων να αγνοείται και ο ακριβής αριθμός του.
Η αναθεωρημένη το 2019 Εθνική Στρατηγική/2013 για την Ένταξη προβλέπει μεταξύ άλλων: «Έως το 2030, ενδυνάμωση και προαγωγή της κοινωνικής, οικονομικής και πολιτικής ένταξης όλων, ανεξαρτήτως ηλικίας, φύλου, αναπηρίας, φυλής, εθνικότητας, καταγωγής, θρησκείας ή οικονομικής ή άλλης κατάστασης» και «Διευκόλυνση της μεθοδικής, ασφαλούς, ομαλής και υπεύθυνης μετανάστευσης και της κινητικότητας των ανθρώπων, μέσω της εφαρμογής σχεδιασμένων και καλά διαχειριζόμενων μεταναστευτικών πολιτικών».
Η παραπάνω αναθεωρημένη εθνική στρατηγική δεν αναφέρει πουθενά το εθνικό συμφέρον. Είναι μια «Στρατηγική», αποκομμένη εντελώς από την «Εθνική Στρατηγική», προσαρμοσμένη στο διεθνές και ευρωπαϊκό δίκαιο που μονομερώς εξυπηρετεί τα συμφέροντα των παράνομων μεταναστών, εις βάρος των Ελλήνων πολιτών, τόσο των γηγενών όσο και όσων διαβιούν νόμιμα στη χώρα μας και έχουν λάβει αυτόν τον τίτλο.
Οι πολιτικές ενσωμάτωσης μέχρι σήμερα απέτυχαν, και να ενσωματώσουν μεθοδευμένα τους μετανάστες αλλά και να δημιουργήσουν προϋποθέσεις αμοιβαίου συμφέροντος με τις χώρες καταγωγής των μεταναστών, ώστε να προωθούνται τα εθνικά μας συμφέροντα.
Παρότι οι δύο μεγαλύτερες μεταναστευτικές ομάδες έχουν τελείως διαφορετική πολιτισμική ταυτότητα, ουδέποτε ελήφθη υπόψιν στην Εθνική Στρατηγική Ενσωμάτωσης, ως σημαντικός παράγοντας για ενσωμάτωση ή αφομοίωση τους, με αποτέλεσμα να υπάρχουν κοινά κριτήρια και να δημιουργούνται πολλά ερωτηματικά επί του πρακτέου.
Σίγουρα οι συντάκτες δεν έχουν διαβάσει το επίκαιρο βιβλίο « Η σύγκρουση των πολιτισμών και ο ανασχηματισμός της παγκόσμιας τάξης» του Samuel Huntington, που αποτελεί αναμφισβήτητα σημαντική προειδοποίηση, για όσους θέλουν να δουν την αλήθεια και να εφαρμόσουν εθνικές πολιτικές.
Διερωτάται κανείς πως είναι δυνατόν στη χώρα μας να ζουν εκατοντάδες χιλιάδες Αλβανοί, να έχουν εργαστεί άλλες τόσες εδώ και 30 χρόνια και η Αλβανία να είναι στην αγκαλιά της Τουρκίας και στρατηγικός σύμμαχος της.
Διερωτάται κανείς πως είναι δυνατόν στη χώρα μας να ζουν νόμιμα και παράνομα χιλιάδες πακιστανοί και το Πακιστάν να είναι στρατηγικός εταίρος της Τουρκίας και ακόμα χειρότερα πακιστανοί πιλότοι, να πετούν ως πληρώματα στα πολεμικά αεροσκάφη της Τουρκίας και να παραβιάζουν το εθνικό εναέριο χώρο μας.
Θα μπορούσαν να είναι διαφορετικά τα πράγματα με την Αλβανία –εφ’ όσον έχουμε την θέληση να αφήσουμε το 5% των εθνικιστών απέξω από την εξίσωση– εάν πραγματικά εφαρμόζαμε πολιτική ενσωμάτωσης ή αφομοίωσης σε αυτή την μεγάλη κοινότητα που ζει περί τα 30 χρόνια στην Ελλάδα, η οποία στην ουσία έχει αφομοιωθεί και θα μπορούσε να επηρεάσει την εξωτερική πολιτική της χώρας καταγωγής τους. Έχουμε τον χρόνο ακόμα και τώρα να βρούμε λύσεις επειδή οι περισσότεροι Αλβανοί έχουν περάσει από την Ελλάδα, έχουν εργαστεί στην Ελλάδα και κατά βάση εκτιμούν την χώρα μας και απεχθάνονται την Τουρκία. Ο χρόνος, όμως, δεν δουλεύει υπέρ μας και αυτό γιατί η Αλβανία αναπτύσσεται, η Τουρκία έχει τον έλεγχο των ΜΜΕ, της παιδείας, της υγείας και το χειρότερο απ’ όλα μέσω του ισλαμικού φονταμενταλισμού προσπαθεί να επηρεάσει πολιτισμικά, ηθικά και πολιτικά την νεολαία της, η οποία δεν έχει τόσο ανάγκη να βγει από την χώρα και ως εκ τούτου οι παραστάσεις που λαμβάνει αυτοδικαίως τήν αναγκάζουν να έχει εχθρική και στη καλύτερη περίπτωση ουδέτερη συμπεριφορά απέναντι μας και σίγουρα φιλική προς την Τουρκία. Στην Αλβανία η Τουρκία έχτισε το μεγαλύτερο τζαμί των Βαλκανίων και χρηματοδοτεί τις κοπέλες να φορούν μαντίλα. Κάτι δεν κάναμε σωστά και στείλαμε στην αγκαλιά της Τουρκίας τη χώρα αυτή, γιατί δεν εκμεταλλευτήκαμε τους Αλβανούς οικονομικούς μετανάστες των οποίων τα εμβάσματα από την Ελλάδα ήταν ικανά να ζήσουν τις τριπλάσιες οικογένειες από όσες ζούσαν μόνιμα εδώ. Δεν υπήρχε καμιά πολιτική στρατηγικής ενσωμάτωσης από καμία ελληνική κυβέρνηση αντίθετα η κοινωνία μέσω των ΜΜΕ αντιμετώπιζε αυτούς τους ανθρώπους αρνητικά, πολλές φορές όχι άδικα, και συνήθως καχύποπτα.
Πρόσφατο παράδειγμα η Ελίνα Τζέγκο, πρωταθλήτρια Ευρώπης στον ακοντισμό, που παραλίγο να μην αγωνιστεί με τα χρώματα της εθνικής μας, γιατί δεν μπορούσαν να τα βρουν τα υπουργεία μεταξύ τους για να τής δοθεί ελληνική ταυτότητα λόγω καταγωγής από την Αλβανία παρότι είχε γεννηθεί στην Ελλάδα. Πολλά παραδείγματα, τα οποία καταδεικνύουν την δυσκαμψία του κρατικού μηχανισμού.
Αυτά που μάς ενώνουν πολιτισμικά με τους Αλβανούς είναι περισσότερα από αυτά που μάς χωρίζουν, το λέει η Ιστορία.
Στο άλλο μεταναστευτικό ρεύμα το εξ ανατολών που, συνεχίζεται μέχρι σήμερα αφορά κατά βάση την λαθραία και χωρίς όριο παραβίαση της εθνικής μας κυριαρχίας και θα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι αποτελεί μεγάλο εθνικό κίνδυνο. Η ΕΕ χρηματοδοτεί την Τουρκία για την εξυπηρέτηση Σύριων προσφύγων και όχι Πακιστανών, καθώς το Πακιστάν για την ΕΕ θεωρείται ασφαλής χώρα, ως εκ τούτου σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως πρόσφυγες αλλά είτε αρέσει είτε δεν αρέσει η λέξη είναι «Λαθρομετανάστες». Αυτοί λοιπόν οι άνθρωποι που εργαλειοποιούνται από την Τουρκία εισέρχονται στη χώρα μας και χωρίς να το θέλουν ή και να το θέλουν βοηθούν την Τουρκία στην επίτευξη των στόχων της. Πώς λοιπόν αυτοί οι άνθρωποι –οι παράνομοι– θα νομιμοποιηθούν από την ελληνική κυβέρνηση και πώς θα ενσωματωθούν, όταν η εμπειρία των περισσοτέρων κρατών της ΕΕ διατυπώνει από επίσημα χείλη ανωτάτων στελεχών ότι κάτι τέτοιο φαντάζει δύσκολο έως ακατόρθωτο. Το ΙΣΛΑΜ, είναι θρησκευτική, πολιτική και στρατιωτική οργάνωση και επειδή η θρησκευτική πίστη αποτελεί βασικό στοιχείο της ατομικής και συλλογικής ταυτότητας μπορεί να επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό το σύστημα αξιών και τις πράξεις των μελών μιας κοινωνίας. Όταν οι θρησκευτικές συνήθειες των μεταναστών δεν συμβαδίζουν με τους κανόνες που έχουν διαμορφωθεί σε μια χώρα που συνδέονται με την θρησκεία που ασπάζεται η πλειονότητα των κατοίκων της, η ενσωμάτωση των πρώτων γίνεται αμφίβολη, καθώς ενδέχεται να αντιμετωπίζονται με επιφυλακτικότητα.
Με τους μετανάστες εξ ανατολών δεν μάς συνδέει τίποτα πολιτισμικά, δεν γειτονεύουμε, δεν έχουμε τίποτα κοινό. Το ανθρωπιστικό πρόβλημα ας τούς το λύσουν οι αναπτυσσόμενες χώρες της Ασίας και της Μέσης Ανατολής. Δεν υπήρξαν ούτε θα γίνουν ποτέ ευρωπαίοι παρά τις τεράστιες προσπάθειες που καταβλήθηκαν στο παρελθόν από το ΙΣΛΑΜ να κυριεύσει την Ευρώπη αλλά απέτυχαν. Το όνειρο τους όμως παραμένει ζωντανό.
Η Γερμανία που είχε δεχθεί εκατοντάδες χιλιάδες μουσουλμάνους μετανάστες και δυστυχώς αποτελεί τον «Αφέντη» των περισσοτέρων χωρών της ΕΕ, σαφέστατα και της δικής μας, προέβη, διά μέσου πολιτικών της, στις παρακάτω δηλώσεις:
- «ξεγελάσαμε τον εαυτό μας λέγοντας, δεν θα μείνουν, κάποια στιγμή θα φύγουν, αλλά αυτό απέχει από την πραγματικότητα …η προσέγγιση της οικοδόμησης μιας πολιτισμικής κοινωνίας όπου θα ζούσαμε ευτυχισμένοι ο ένας δίπλα στον άλλο απέτυχε, απέτυχε ολοκληρωτικά» (Angela Merkel – BBC NEWS, 2010)
- «δεν μπορεί να αποδειχθεί ιστορικά πως το ΙΣΛΑΜ, αποτελεί «κομμάτι της Γερμανίας». (Υπουργός εσωτερικών Hans Peter Friedrich – Spiegel online international, 2011)
Αφού η Γερμανία ούτως ή άλλως καθορίζει τις πολιτικές μας σε αυτό τον τομέα γιατί δεν τήν μελετάμε; Έτσι και αλλιώς με την ευρωπαϊκή μεταναστευτική πολιτική που έχει επιβάλει ως ηγέτιδα δύναμη της ΕΕ, εξασφαλίζει τα ζωτικά της συμφέροντα σε βάρος όλων των χωρών υποδοχής και από την άλλη επιβάλει και όρους για τις διαδικασίες ασύλου και νομιμοποίησης. Μια αποθήκη έχουμε γίνει που όταν χρειάζεται η γερμανική βιομηχανία εργατικά χέρια θα προμηθεύεται και όταν τελειώνει η εργασία θα επιστρέφουν στην αποθήκη που θα είναι πάντα η αρχική χώρα εισόδου και νομιμοποίησης των λαθρομεταναστών.
Και δεν είναι μόνο οι Γερμανοί που έχουν προβεί σε αντίστοιχες δηλώσεις.
Ως Ελλάδα ξεχνάμε και κάτι σημαντικό ότι:
Η Τουρκία από την άλλη εκμεταλλεύεται με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο και αυτό το πρόβλημα, διεξάγει επιχειρήσεις υβριδικού πολέμου για αποσταθεροποίηση της κοινωνίας μας και όταν θα επιτευχθεί ενσωμάτωση όλων αυτών στην ελληνική κοινωνία θα επιχειρήσει για το επόμενο στάδιο που θα αφορά στην προστασία των μουσουλμάνων ως ηγέτιδα προστάτιδα του Ισλάμ που επιθυμεί να γίνει, έχοντας παράλληλα και στα βορειοδυτικά σύνορα μας ένα στρατιωτάκι πρόθυμο προς το παρόν να κινηθεί κατ’ εντολή της, όπου χρειαστεί, για να πετύχει τις καλύτερες θέσεις στην γεωπολιτική σκακιέρα της.
Η εθνική μεταναστευτική πολιτική σημαίνει αναπόσπαστο κομμάτι της Εθνικής Στρατηγικής που χρειάζεται επιτέλους αυτή η χώρα και συνεργασία –συντονισμός προπαντός με το υπουργείο εξωτερικών.
Δεν μπορεί και δεν πρέπει να ταυτίζονται όλοι οι μετανάστες με τα ίδια κριτήρια, πρέπει να υπάρχει διαχωρισμός και πολλά φίλτρα πριν τελικά ενσωματωθούν ή αφομοιωθούν στην ελληνική κοινωνία. Κάποιοι ενσωματώνονται και γίνονται καλοί πολίτες, κάποιοι άλλοι αφομοιώνονται και γίνονται καλοί Έλληνες και κάποιοι άλλοι δεν μπορούν ή δεν θέλουν να γίνουν τίποτα από τα δύο.
Οι ενσωματωμένοι ή αφομοιωμένοι θα πρέπει να γίνονται πρεσβευτές της χώρας μας, και με σωστή πολιτική να εξυπηρετούν τα εθνικά μας συμφέροντα. Για να γίνει κάτι τέτοιο θα πρέπει να γνωρίζουν ότι το κράτος μας δεν είναι ξέφραγο αμπέλι, ότι είναι ένα κράτος δικαίου που καταδικάζει την παραβατικότητα, προστατεύει την ανθρώπινη αξία, αγωνίζεται για τα εθνικά του συμφέροντα, εφαρμόζει το εθνικό και συμμορφώνεται στο διεθνές δίκαιο.
Η αποτελεσματικότερη φύλαξη των συνόρων, η καταγραφή κάθε μετανάστη που μπαίνει στη χώρα, οι αυστηροί έλεγχοι και οι άμεσες απελάσεις των παράτυπων μεταναστών, θα βοηθήσουν, στον περιορισμό της μετανάστευσης. Και φυσικά αυστηρές ποινές και στη συνέχεια απέλαση για τους παραβατικούς.
Βέβαια η Ελλάδα πρωτίστως θα έπρεπε να βρει τρόπους να επαναπατρισθούν οι 600.000 που εγκατέλειψαν την χώρα λόγω της οικονομικής κρίσης και να μην αναζητείται επίλυση του δημογραφικού και εύρεση εργατικού δυναμικού από άλλες χώρες που εξ αιτίας των κακών πολιτικών επιλογών από το 1990 έως σήμερα, μας έφερε σε αυτή την αδιέξοδο κατάσταση.
«Δεν πρέπει να αφήνεις ένα πρόβλημα να χρονίζει προκειμένου να αποφύγεις ένα πόλεμο, γιατί, έτσι, ούτε τον πόλεμο τελικά θα αποφύγεις και το πρόβλημα θα σε έχει αποδυναμώσει μέχρι να φτάσει η ώρα που θα ξεκινήσει ο πόλεμος». (Μακιαβέλλι)
Η δύναμη μας η ψήφος μας για να ευημερήσουμε ως χώρα και ως έθνος.
Όχι άλλο ψέμα που στα ταχυδακτυλουργικά χέρια των κυβερνόντων βαπτίζεται ως αλήθεια και οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια την χώρα μας σε μαρασμό και αυτοκτονία. Το οφείλουμε στις επόμενες γενιές.